14/12/2013

Το Άγιο Πνεύμα του Ειρηνικού

περιοχή: Νήσος Espiritu Santo, Βανουάτου
απόσπασμα: Ν. Χριστογιαννόπουλος, Αναζητώντας ελληνικό στοιχείο (2012)


πηγή

Όταν ταξιδεύεις στις τροπικές ζώνες, περιμένεις να βρεθείς σε άγρια βλάστηση ή σε κοραλλένιες θάλασσες και να θαυμάσεις τα παραδείσια πολύχρωμα πουλιά ή τις χορευτικές φιγούρες των ψαριών. Να μυρίσεις τα μεθυστικά αρώματα των λουλουδιών, ν' ακούσεις το αδιάκοπο βουητό του ωκεανού και να γευθείς τους γλυκούς χυμούς των φρούτων. Όλ' αυτά θα τα ζήσεις σίγουρα και θα ευφρανθούν οι αισθήσεις σου. Όμως, αν έχεις διάθεση, μπορεί η εμπειρία των τροπικών να πλουτιστεί ακόμα περισσότερο. Ένας τρόπος – που ισχύει φυσικά για κάθε ταξιδιωτική εξόρμηση – είναι να βγεις από το κουβούκλιο των τουριστικών εκδρομών
και να ζήσεις για καιρό ανάμεσα στους ιθαγενείς, να πλησιάσεις τη σκέψη τους και να νιώσεις τα συναισθήματά τους. Χρειάζεται χρόνος· που δεν είναι πάντα διαθέσιμος, είναι αλήθεια. Υπάρχει, ωστόσο, και άλλη, σύντομη μέθοδος: να μην ακολουθήσεις τα γνωστά μονοπάτια· να εμπιστευτείς τη διαίσθησή σου και να παρασυρθείς σε λιγότερο συνηθισμένες πορείες. Όχι κατ' ανάγκη σε περιπέτειες. Απλώς, σε ξεχωριστές διαδρομές.
   «Άγιο Πνεύμα» (Espiritu Santo) ονομάζεται ένα από τα νησιά που απαρτίζουν το σύμπλεγμα του Βανουάτου στον Νότιο Ειρηνικό. Οι ντόπιοι το απλοποιούν και το φωνάζουν μόνο «Άγιο». Εχει ελάχιστους κατοίκους, σκορπισμένους σε παράκτια χωριά που άλλα έχουν πρόσβαση αποκλειστικά από τη θάλασσα και άλλα  από ελικοειδείς χωματόδρομους, χαμένους στη ζούγκλα.
   Το ταλαιπωρημένο φορτηγάκι προχωράει στα πράσινα βάθη, καθώς μουσκεύεται από τις καυτές σταγόνες και ταράζεται από τις σκληρές κυρτώσεις του λασπωμένου δρόμου. Ο οδηγός πασχίζει να μας απαλύνει την ταλαιπωρία, διηγούμενος ιστορίες και μύθους: για τελώνια που εμφανίζονται ξαφνικά στο δάσος και μπαίνουν στη ζωή των ανθρώπων· για παραδόσεις που μεταδίνονται από γενιά σε γενιά· για το σημείο που είναι βυθισμένο το αμερικανικό πλοίο, πολεμικό αρματαγωγό του δεύτερου μεγάλου πολέμου που χτύπησε από λάθος χειρισμό σε συμμαχική νάρκη και έμεινε από τότε εκεί, στα αβαθή του κόλπου, σκουριασμένο τουριστικό αξιοθέατο.
   Εκείνο που δεν αντιλαμβάνεται ο οδηγός είναι πως δεν είναι η σωματική ταλαιπωρία που μας κρατάει σιωπηλούς. Ψυχική είναι η ενόχληση, όπως προχωρούμε και διαπιστώνουμε με κάποιες τύψεις σε ποια κατάσταση μπορούν να επιβιώνουν συνάνθρωποί μας.
   – Μα, αλήθεια, κατοικείται αυτή η περιοχή; εξωτερικεύουμε κάποια στιγμή την απορία μας.
   – Και βέβαια.
   – Μα καλά. Χωρίς ηλεκτρικό, χωρίς νερό τρεχούμενο, χωρίς συγκοινωνία;
   – Δεν τα χρειάζονται. Ούτε τα επιζητούν. Είναι ευτυχισμένοι με ό,τι έχουν.
   Διατηρώντας τις δικαιολογημένες αμφιβολίες του πολιτισμού μας, διακόπτουμε το διάλογο και αφηνόμαστε στην παρατήρηση του βρεγμένου τοπίου. Ώσπου ακούμε πάλι τη φωνή του οδηγού. «Από εδώ αρχίζει η περιοχή των Πυγμαίων. Δεν επιτρέπεται να σταματήσουμε παρά στην πλατεία του χωριού. Και, παρακαλώ, κατεβάστε την κάμερα. Αργότερα.»
   Δεν προσπαθούμε να εξηγήσουμε τούτο το παράδοξο και αρκούμαστε να ανταποδίνουμε τον χαρούμενο χαιρετισμό των ημίγυμνων παιδιών, που παρατάνε το παιχνίδι και τρέχουν προς το αυτοκίνητο, ή την καταδεκτική κίνηση του κεφαλιού των μεγάλων που βαδίζουν σοβαροί κι αμίλητοι.