απόσπασμα: Επιστολή του Χόρας Ουόλπολ (1739) όπως περιέχεται στην ανθολογία του Έρικ Νιούμπι "Τα Μεγάλα Ταξιδιωτικά Ρεπορτάζ"
Είχαμε αναχωρήσει από τη Λυόν πριν από οκτώ μέρες· τις τελευταίες τέσσερις διασχίζαμε τις Άλπεις. Βράχοι τόσο απότομοι και κάτοικοι τόσο αφιλόξενοι! Αγαπητέ μου Ουέστ, ελπίζω να μην τους ξαναδώ ποτέ! Στους πρόποδες του όρους Σενίς, εγκαταλείψαμε αναγκαστικά το τετράτροχο αμαξάκι μας, το αποσυναρμολογήσαμε και το φορτώσαμε στα μουλάρια.
Τυλιγμένοι ολόκληροι με τομάρια αρκούδας, εφοδιασμένοι με καστόρινους σκούφους, καστόρινα γάντια, και καστόρινες κάλτσες, ταξιδέψαμε πάνω σε χαμηλές φορητές πολυθρόνες στηριγμένες σε πασσάλους. Φτάνοντας στην κορυφή και αντικρίζοντας όλο εκείνο το πυκνό χιόνι, με τα βαριά φορτωμένα σύννεφα που αιωρούνταν χαιρέκακα από πάνω μας, σκέφτηκα πως ήταν εντελώς αδύνατο να περάσουμε. Η κατάβαση είναι δύο λεύγες, αλλά απόκρημνη και τραχιά, σαν το πρόσωπο του πατέρα του Ο..., που πάνω του νομίζεις ότι περπάτησε ο διάβολος με πρόκες στα παπούτσια του. Αλλά η επιδεξιότητα και η ευκινησία των ορεσίβιων είναι όντως ασύλληπτη. Μεταφέροντάς σε στις πλάτες τους, τρέχουν κατηφορίζοντας σε απόκρημνες παγωμένες χαράδρες, όπου κανένας άνδρας, όπως είναι τώρα οι άντρες, δεν θα μπορούσε καν να περπατήσει. Αν και είχαμε δώδεκα άντρες και εννιά μουλάρια για τη μεταφορά τη δική μας, των υπηρετών και των αποσκευών μας, αυτός ο ευχάριστος περίπατος διήρκεσε πάνω από πέντε ώρες! Την προηγουμένη μάλιστα είχα ένα εξαιρετικά σκληρό ατύχημα, τόσο ασυνήθιστο που πιστεύω πως αγγίζει κάθε ταξιδιώτη. Είχα φέρει μαζί μου ένα μικρό μαύρο σπάνιελ ράτσας Κινγκ Τσαρλς· πανέμορφο, στρουμπουλό και λατρευτό πλασματάκι! Το είχα αφήσει να βγει από το φορείο για να πάρει λίγο αέρα, και αυτό χοροπηδούσε μπροστά στα άλογα, στο πιο ψηλό σημείο των Άλπεων, δίπλα σε ένα δάσος με έλατα. Ξαφνικά όρμησε ένας νεαρός λύκος, άρπαξε τον δύστυχο Τόρυ από το λαιμό, και πριν προλάβουμε να κάνουμε οτιδήποτε για να τον αποτρέψουμε, πήδηξε σε ένα βράχο και χάθηκε μαζί με το σκύλο. Ο αμαξάς πετάχτηκε προς το μέρος του και επιχείρησε να τον χτυπήσει με το μαστίγιό του, δυστυχώς όμως χωρίς αποτέλεσμα. Τον είδα και ούρλιαξα, αλλά μάταια· ο δρόμος ήταν τόσο στενός, ώστε οι υπηρέτες που βρίσκονταν πίσω από την καρότσα ήταν αδύνατο να προσπεράσουν και να τον πυροβολήσουν. Το φοβερό είναι πως όλο αυτό συνέβη στις δύο το μεσημέρι και με λιακάδα. Ήταν πραγματικά συγκλονιστικό να βλέπεις κάτι που αγαπάς να χάνεται με τόσο φρικτό θάνατο.
Ο Χάρτης της Περιοχής
Το Βιβλίο